Σύφιλη Θεραπεία

Συνοπτικά

Η σύφιλη αρχικά εμφανίζεται στα γεννητικά όργανα, το στόμα ή το ορθό έντερο με τη μορφή μιας ανώδυνης πληγής. Η εξέλιξή της είναι σταδιακή και η μετάδοσή της γίνεται με την απευθείας επαφή με τις πληγές, τα έλκη, που δημιουργούνται στους βλεννογόνους και το δέρμα.

Είναι πιθανό το βακτήριο της σύφιλης να παραμείνει στον οργανισμό σε κατάσταση αδράνειας για πολλές δεκαετίες προτού ενεργοποιηθεί. Η σύφιλη όταν βρίσκεται στο πρώτο στάδιο επιδέχεται θεραπευτικής αγωγής, η οποία περιλαμβάνει μια δόση πενικιλίνης σε ενέσιμη μορφή. Η μη αντιμετώπισή της είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει στην πρόκληση σοβαρών βλαβών στον εγκέφαλο, την καρδιά ή άλλα όργανα, βλάβες, οι οποίες μπορεί να αποβούν μοιραίες για τη ζωή των ασθενών.

 Συμπτώματα

Η σύφιλη εξελίσσεται σε στάδια και τα συμπτώματά της διαφοροποιούνται σε κάθε στάδιο. Ορισμένες φορές ωστόσο, τα στάδια μπορεί να συμπέσουν και τα συμπτώματα να μην εκδηλωθούν με την ίδια σειρά. Υπάρχει πιθανότητα μόλυνσης χωρίς την εκδήλωση κανενός συμπτώματος για πολλά χρόνια.

Πρωτογενής σύφιλη: Το πρώτο σημάδι της σύφιλης είναι μία μικρή πληγή, που αποκαλείται και σκληρό έλκος και εμφανίζεται στο σημείο όπου το βακτήριο πρωτοεισχώρησε στο σώμα. Αν και αρκετοί άνθρωποι εμφανίζουν μονάχα μία πληγή, κάποιοι άλλοι εκδηλώνουν αρκετές πληγές. Η πληγή παρουσιάζεται συνήθως τρεις βδομάδες από τη στιγμή της μόλυνσης. Πολλοί ασθενείς δεν παρατηρούν την πληγή, γιατί τις περισσότερες φορές είναι ανώδυνη και κρυμμένη μέσα στον κόλπο ή το ορθό έντερο. Η πληγή επουλώνεται από μόνη της μέσα σε διάστημα έξι εβδομάδων.

Δευτερογενής σύφιλη: Λίγες εβδομάδες μετά την επούλωση του αρχικού έλκους, μπορεί να παρουσιαστεί εξάνθημα πρωτίστως στον κορμό και αργότερα στο υπόλοιπο σώμα, ακόμα και στα άκρα, όπως στις παλάμες ή τα πέλματα. Τις περισσότερες φορές το εξάνθημα δεν δημιουργεί το αίσθημα του κνησμού & πιθανόν να ακολουθείται από βλάβες οι οποίες μοιάζουν με μυρμηγκίες στην περιοχή των γεννητικών οργάνων ή μέσα στο στόμα. Σε ορισμένους ασθενείς έχει παρατηρηθεί μυϊκός πόνος, πυρετός, πρήξιμό στους λεμφαδένες και πονόλαιμος. Τα εν λόγω συμπτώματα είναι πιθανό να υποχωρήσουν πλήρως τις επόμενες εβδομάδες, χωρίς όμως να αποκλείεται το ενδεχόμενο υποτροπής και επανεμφάνισής τους μέσα στους επόμενους 12 μήνες.

Λανθάνουσα σύφιλη. Αν η σύφιλη δεν αντιμετωπιστεί με θεραπευτική αγωγή στη δευτερογενή φάση προχωρά στο επόμενη στάδιο, τη λανθάνουσα σύφιλη, στο οποίο δεν υπάρχουν συμπτώματα, παύουν. Η φάση της λανθάνουσας σύφιλης μπορεί να διαρκέσει πολλά χρόνια. Μπορεί σε αυτό το στάδιο να μην παρουσιαστούν τα συμπτώματα ξανά, η νόσος όμως δεν αποκλείεται να προχωρήσει στο τρίτο στάδιο, την τριτογενή σύφιλη.

Τριτογενής σύφιλη. Περίπου το 15-30% των νοσούντων που δεν ακολουθούν θεραπεία για τη σύφιλη, παρουσιάζουν επιπλοκές που στα τελικά στάδια της νόσου μπορεί να βλάψουν τον εγκέφαλο, τα νεύρα, την καρδιά, τα αιμοφόρα αγγεία, το συκώτι, τα κόκαλα και τους συνδέσμους. Τα προβλήματα αυτά μπορεί να εκδηλωθούν πολλά χρόνια μετά την αρχική μόλυνση. Ανάλογα με τον εντοπισμό της βλάβης, η ασθένεια παίρνει και την αντίστοιχη ονομασία, με πιο χαρακτηριστικές την καρδιαγγειακή σύφιλη, τη νευροσύφιλη και τη σύφιλη των οστών.

Συγγενής σύφιλη. Τα μωρά που γεννιούνται από μητέρες που πάσχουν από τη νόσο, είναι πιθανό να μολυνθούν μέσω του πλακούντα ή κατά τη διάρκεια του τοκετού. Τα περισσότερα νεογνά με συγγενή σύφιλη δεν εμφανίζουν συμπτώματα. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις τα βρέφη παρουσιάζουν εξανθήματα στα πέλματα ή τις παλάμες. Η θεραπευτική αντιμετώπιση κρίνεται απαραίτητη καθώς η εξέλιξη της σύφιλης μπορεί να οδηγήσει σε κώφωση αλλά και να προκαλέσει δυσμορφίες στη μύτη και τα δόντια.

Πότε να επισκεφτείτε τον δερματολόγο

Κλείστε ένα ραντεβού με τον δερματολόγο-αφροδισιολόγο σας, αν παρατηρήσετε ασυνήθιστες εκκρίσεις, έλκη ή εξάνθημα σε εσάς ή το παιδί σας, ιδιαίτερα αν παρουσιάζονται στη βουβωνική χώρα.

Αιτίες

Η αιτία της σύφιλης είναι ένα βακτήριο που λέγεται Treponema pallidum. Η πιο κοινή οδός μετάδοσης της νόσου είναι με την επαφή μιας βλάβης ενός ασθενούς. Το βακτήριο εισέρχεται στον οργανισμό μέσα από μικρές πληγές ή κοψίματα που υπάρχουν στο δέρμα ή τις βλεννόγονους μεμβράνες.

Η σύφιλη είναι μεταδοτική στο πρωτογενές και το δευτερογενές στάδιό της, και ορισμένες φορές στην αρχή της λανθάνουσας φάσης. Δεν μπορεί να μεταδοθεί με το άγγιγμα ή τη χρήση ενός μολυσμένου ενδύματος, μαχαιροπίρουνου, πόμολου, τουαλέτας, μπανιέρας ή πισίνας. Σε περίπτωση θεραπείας, υπάρχει πάντα η πιθανότητα επαναμόλυνσης αν ο θεραπευμένος ασθενής έρθει εκ νέου σε επαφή με μία ξένη πληγή σύφιλης.

Παράγοντες κινδύνου

Οι παράγοντες που μπορεί να ευνοήσουν την μετάδοση της γονόρροιας είναι:

  • Η σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλάξεις.
  • Ο μεγάλος αριθμός ερωτικών συντρόφων.
  • Η σεξουαλική επαφή μεταξύ αντρών.
  • Η μόλυνση με τον ιό HIV, που προκαλεί το Aids.

Επιπλοκές

Αν η σύφιλη δεν θεραπευτεί, μπορεί να προκαλέσει σοβαρές βλάβες σε όλο το σώμα. Η σύφιλη αυξάνει επίσης τον κίνδυνο μόλυνσης με τον ιό HIV, ενώ απειλεί τις γυναίκες με σοβαρά προβλήματα κατά τη διάρκεια της κύησης. Η θεραπεία μπορεί να προλάβει μελλοντικές βλάβες, αλλά δεν μπορεί να διορθώσει ή να αναστρέψει βλάβες που έχουν ήδη προκληθεί.

Μικρά εξογκώματα ή ογκίδια. Αυτά τα εξογκώματα μπορεί να αναπτυχθούν στο δέρμα, τα οστά, το ήπαρ ή οποιοδήποτε άλλο όργανο του σώματος στα τελικά στάδια της νόσου. Τα ογκίδια αυτά εξαφανίζονται μετά από θεραπεία με αντιβιοτικά.

Νευρολογικά προβλήματα. Η σύφιλη μπορεί να προκαλέσει μία σειρά από προβλήματα στο νευρικό σύστημα, όπως εγκεφαλικό, μηνιγγίτιδα, κώφωση, διαταραχές στην όραση και άνοια.

Καρδιαγγειακά προβλήματα. Μπορεί να προκληθεί ανεύρυσμα και φλεγμονή στην αορτή (τη μεγαλύτερη αρτηρία του σώματος), καθώς και σε άλλα αιμοφόρα αγγεία. Η σύφιλη μπορεί επίσης να επιφέρει βλάβες στις βαλβίδες της καρδιάς.

Μόλυνση HIV. Έχει υπολογιστεί ότι οι ενήλικες με σεξουαλικά μεταδιδόμενη σύφιλη ή άλλα έλκη στα γεννητικά όργανα έχουν 2 έως 5 φορές περισσότερες πιθανότητες να προσβληθούν με τον ιό HIV. Μία πληγή της σύφιλης αιμορραγεί εύκολα, παρέχοντας έτσι μία οδό στον ιό HIV για να εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.

Επιπλοκές στην κύηση και τον τοκετό. Αν μία γυναίκα είναι έγκυος, τότε μπορεί να μεταδώσει τη σύφιλη στο αγέννητο μωρό της. Η συγγενής σύφιλη αυξάνει δραματικά τον κίνδυνο αποβολής, θνησιγένειας και θανάτου του νεογνού μέσα στις πρώτες μέρες της ζωής του.

Εξετάσεις και διάγνωση

Η σύφιλη μπορεί να διαγνωστεί με την εξέταση δείγματος από το:

Αίμα. Οι αιματολογικές εξετάσεις μπορούν να επιβεβαιώσουν την παρουσία των αντισωμάτων που παράγει ο οργανισμός για να καταπολεμήσει τη μόλυνση. Τα αντισώματα αυτά παραμένουν στον οργανισμό για πολλά χρόνια, οπότε η εξέταση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να διαπιστωθεί μία τρέχουσα ή μία παλαιότερη μόλυνση.
Υγρό από τις πληγές. Ο δερματολόγος-αφροδισιολόγος μπορεί να λάβει ένα μικρό κυτταρικό δείγμα από μία πληγή και να το στείλει για μικροσκοπική παρατήρηση. Η εξέταση αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στα αρχικά στάδια της σύφιλης (το πρωτογενές και το δευτερογενές στάδιο), όταν οι πληγές είναι φανερές.
Εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Αν ο γιατρός υποπτεύεται επιπλοκές της σύφιλης στο νευρικό σύστημα, τότε μπορεί να συστήσει την ανάλυση δείγματος εγκεφαλονωτιαίου υγρού, το οποίο λαμβάνεται με οσφυϊκή παρακέντηση.

Θεραπείες και φάρμακα

Αν η σύφιλη διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί στα αρχικά της στάδια, είναι εύκολο να θεραπευτεί. Η προτιμώμενη θεραπεία σε όλα τα στάδια είναι η πενικιλίνη, ένα αντιβιοτικό που μπορεί να σκοτώσει τον οργανισμό που προκαλεί τη σύφιλη. Αν ο ασθενής ωστόσο είναι αλλεργικός στην πενικιλίνη, τότε υπάρχει η δυνατότητα χρήσης άλλου αντιβιοτικού.

Μία απλή ένεση πενικιλίνης μπορεί να σταματήσει την πρόοδο της νόσου αν ο ασθενής έχει μολυνθεί μέσα στον τελευταίο χρόνο. Διαφορετικά, μπορεί να χρειαστούν περισσότερες δόσεις του φαρμάκου.

Η πενικιλίνη είναι η μοναδική προτεινόμενη θεραπεία για τις εγκύους που πάσχουν από σύφιλη. Όσες είναι αλλεργικές στην πενικιλίνη, μπορούν να υποβληθούν σε απευαισθητοποίηση που θα τους επιτρέψει να λάβουν το φάρμακο χωρίς παρενέργειες. Σε κάθε περίπτωση, αν μία έγκυος έχει ακολουθήσει αγωγή για σύφιλη κατά τη διάρκεια της κύησης, θα πρέπει να χορηγηθεί αντιβιοτική αγωγή και στο νεογέννητο μωρό της.

Την πρώτη μέρα χορήγησης του φαρμάκου, ο ασθενής είναι πιθανό να εκδηλώσει τη λεγόμενη αντίδραση Jarisch-Herxheimer. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό, ρίγη, ναυτία, οξύ άλγος και πονοκέφαλο. Η αντίδραση αυτή δεν διαρκεί συνήθως πάνω από ένα 24ωρο.

Περίοδος παρακολούθησης

Μετά τη χορήγηση της θεραπείας, ο δερματολόγος-αφροδισιολόγος θα ζητήσει από τον ασθενή:

• Να υποβληθεί σε περιοδικές αιματολογικές εξετάσεις, έτσι ώστε να επιβεβαιωθεί ότι ανταποκρίνεται στη συνήθη δόση πενικιλίνης.
•Να αποφύγει τις σεξουαλικές επαφές μέχρι να ολοκληρωθεί η θεραπεία και οι αιματολογικές εξετάσεις να δείξουν ότι η μόλυνση έχει ξεπεραστεί.
•Να ενημερώσει τους ερωτικούς συντρόφους του έτσι ώστε και αυτοί να εξεταστούν και να υποβληθούν σε θεραπεία, αν κριθεί αναγκαίο.
•Να εξεταστεί για μόλυνση του ιού HIV.

Πρόληψη

Ακολουθούν προτεινόμενη τρόποι πρόληψης:

Αποχή από το σεξ & την πολλαπλή εναλλαγή ερωτικών συντρόφων: Η αποχή από τη σεξουαλική επαφή αποτελεί σίγουρα το ασφαλέστερο μέτρο πρόληψης των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, όπως η σύφιλη. Η επιλογή παραμονής σε μια αυστηρά μονογαμική ερωτική σχέση είναι η αμέσως επόμενη ασφαλέστερη επιλογή.
Χρήση προφυλακτικού (λατεξ): Η χρήση προφυλακτικού περιορίζει σημαντικά το ενδεχόμενο μόλυνσης, αρκεί να καλύπτει τα έλκη της σύφιλης.
Αποφυγή αλκοόλ και άλλων ουσιών: Η αλόγιστη και υπέρμετρη κατανάλωση τοξικών ουσιών ή αλκοόλ επηρεάζει την κρίση και μπορεί να καταλήξει σε επικίνδυνες ερωτικές πρακτικές.
Υποβολή σε έλεχγο σύφιλης πριν την εγκυμοσύνη: Η υποβολή σε έλεγχο σεξουαλικών νοσημάτων, μεταξύ αυτών και της σύφιλης, κρίνεται απαραίτητη πριν προβείτε σε διαδικασία σύλληψης.